Για όποιον παρακολουθεί τα γεγονότα των τελευταίων μηνών στη Μέση Ανατολή, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, είναι ξεκάθαρο ότι η Τουρκία αποτελεί την ανερχόμενη δύναμη τόσο σε πολιτικό – διπλωματικό, όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο.
Η τουρκική εξωτερική πολιτική δίνει ολοένα και πιο συχνά αδιαμφισβήτητα σημάδια ανεξαρτητοποίησης από τη Δύση και προσέγγισης με την Ανατολή. Πράγματι η σχεδόν αυθαίρετη ανάμειξη της Τουρκίας στις πρόσφατες κρίσεις που έλαβαν χώρα στη Μέση Ανατολή, με πρόσχημα την προσφορά «καλών υπηρεσιών» και τη «διασφάλιση» της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή, αποτελούν ενδείξεις για το νέο ρόλο που επιδιώκει να διαδραματίσει η Άγκυρα στο διεθνές και περιφερειακό σύστημα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να φύγουν από το Ιράκ το 2011. Τα πετρελαϊκά αποθέματα στη Μέση Ανατολή μειώνονται και το Ιράν αναβαθμίζεται ενεργειακά, διατηρώντας τη τιμή σε υψηλό επίπεδο. Απαιτείται να γίνει
eκμετάλλευση των αποθεμάτων πετρελαίου των Α.Ο.Ζ. της Μεσογείου, εκεί όπου παρατηρείται το ντόμινο των εξεγέρσεων. Σε αυτό το πεδίο η Τουρκία παρουσιάζεται ως ουδέτερος ημέτερος. Δηλαδή εφαρμόζει την συνεχή και απαράλλακτη τακτική της Τουρκικής διπλωματίας της γάτας με το φίδι. Να κτυπήσει όταν το φίδι κουραστεί και απελπιστεί.
Η ανάδειξη της Τουρκίας σε νέο διεθνή παίκτη δεν συνέβη ασφαλώς ξαφνικά και έχει τις ρίζες της στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Ο πόλεμος εναντίον του Ιράκ το 2003 δεν δημιούργησε όπως περιμέναμε μία «νέα τάξη» στη περιοχή, αλλά κενό εξουσίας. Το κενό αυτό φιλοδοξεί να καλύψει η Τουρκία, συνεργαζόμενη με το Ιράν, αλλά και τις όμορες χώρες (π.χ. Συρία, Αζερμπαϊτζάν) και αναλαμβάνοντας μια έντονη διπλωματική δραστηριότητα εναντίον του Ισραήλ.
Οι Τούρκοι αντιτάχθηκαν αρχικά στην εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, επειδή ανέμεναν ότι θα αποτύγχανε στο να δημιουργηθεί μία βιώσιμη κυβέρνηση στη Βαγδάτη και, συνεπώς, με αυτό τον τρόπο, θα κατέστρέφαν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ του Ιράκ και το Ιράν. Οι Τούρκοι έχουν επίσης προσπαθήσει να αποφύγουν να αποσυρθούν από το Βόρειο τμήμα του, πριν αντιμετωπίσουν τις απειλές που προέρχονται από τους Κούρδους της Τουρκίας που επιχειρούν έξω από το Ιράκ. Ταυτόχρονα η Τουρκία έχει επανατοποθετηθεί η ίδια και ως κορυφαία δύναμη στον κόσμο των μουσουλμάνων και ως η γέφυρα μεταξύ του μουσουλμανικού κόσμου του και της Δύσης, ιδιαίτερα με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τώρα οι Τούρκοι πρέπει να αντιμετωπίσουν το δίλημμα τους. Είναι πολύ καλό να θέλουν να διαπραγματεύονται ως ένα ουδέτερο μέρος, αλλά το πιο σημαντικό μέρος του προβλήματος δεν είναι στο τραπέζι: η Σαουδική Αραβία. Η Τουρκία θέλει να παίξει κυρίαρχο ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο χωρίς να διακινδυνεύσει πάρα πολύ από την άποψη της εμπλοκής της στρατιωτικής της δύναμης. Το πρόβλημα για την Τουρκία, ως εκ τούτου, δεν είναι τόσο φέρει τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν πιο κοντά, αλλά φέρνοντας τους Σαουδάραβες και τους Ιρανούς πιο κοντά, και αυτό είναι μια τεράστια πρόκληση όχι μόνο λόγω των θρησκευτικών ζητημάτων, αλλά και γιατί το Ιράν θέλει να είναι αυτό που η Σαουδική Αραβία αντιτίθεται σθεναρά : η κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή. Το τουρκικό πρόβλημα είναι να συμβιβάσει το ουσιαστικό ζήτημα στην περιοχή, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η σχέση μεταξύ των Περσών και Αράβων.
Το μέλλον του Ιράκ είναι επείγον και αβέβαιο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να φύγουν, και αυτό προφανώς αφήνει πίσω ένα Ιράκ που θα γίνει ιρανικός σύμμαχος. Ένα φιλοϊρανικό Ιράκ, αλλάζει την πραγματικότητα της Σαουδικής Αραβίας από τις υφιστάμενες ισορροπίες,. Εάν η Τουρκία που επιθυμεί να διαδραματίσει έναν εποικοδομητικό ρόλο, προσπαθεί να βρει μια φόρμουλα που να ικανοποιεί τρεις ανάγκες. Ο πρώτος είναι να διευκολυνθεί η αμερικανική αποχώρηση, αφού απλά η διαμονή δεν αποτελεί συμφέρουσα στρατηγική επιλογή. Ο δεύτερος είναι να περιορισθεί ο βαθμός ελέγχου του Ιράν στο Ιράκ, διασφαλίζοντας τα συμφέροντα του Ιράν στο Ιράκ, χωρίς επιτρέπει τον απόλυτο έλεγχο. Το τρίτο είναι να βεβαιώσουν τη Σαουδική Αραβία ότι ο βαθμός ελέγχου που παραχωρήθηκε στους Ιρανούς δεν θα απειλήσουν τα Σαουδική συμφέροντα.
Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκαταλείψουν την περιοχή, οι Τούρκοι θα πρέπει να παρέξουν αυτές τις εγγυήσεις σε όλα τα μέρη, συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα, να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στο Ιράκ αντισταθμίζει την επιρροή του Ιράν. Η Τουρκία είναι μια ανερχόμενη δύναμη στην περιοχή, και τώρα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το τίμημα της εξουσίας. Οι Τούρκοι θα μπορούσαν να επιλέξουν απλά να βρίσκονται στο πλευρό των Ιρανών ή των Σαουδαράβων, αλλά αυτή η στρατηγική δεν θα ενίσχυε την τουρκική ασφάλεια σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Οι Τούρκοι δεν επιθυμούν ένα εναέριο πόλεμο με το Ιράν. Δεν θέλουν το χάος στο Ιράκ. Δεν επιθυμούν να επιλέξουν μεταξύ των Περσών και Αράβων. Δεν θέλουν ένα Ιρανικό περιφερειακό ηγεμόνα. Υπάρχουν πολλά πράγματα που οι Τούρκοι δεν θέλουν. Το ερώτημα είναι: Τι θέλουν; Και τι κίνδυνους είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν για να το κερδίσουν; Ο πρωταρχικός κίνδυνος που αναμένεται να πάρουν ευρίσκεται στο Ιράκ – Ενδέχεται να περιορίσουν και όχι να απαγορεύσουν την ιρανική εξουσία εκεί. Αυτό που σίγουρα σκοπεύουν να παρουσιάσουν είναι μία απειλή για το Ιράν, όταν υπερβαίνει τα όρια στην Αραβική Χερσόνησο. Αυτά μπορούν να γίνουν, αλλά δεν είναι ο τρόπος που οι Τούρκοι έχουν συμπεριφερθεί κατά τον περασμένο αιώνα.
Το να έχεις περιφερειακή δύναμη δεν είναι μια αντίληψη. Πρόκειται για μια περίπλοκη και δυσάρεστη διαδικασία εξισορρόπησης αντικρουόμενων συμφερόντων, προκειμένου να αποφευχθούν μεγαλύτερες απειλές για τα συμφέροντα μιας χώρας που εμφανίζονται μακροπρόθεσμα. Αφού τοποθετηθεί η ίδια ως οικοδεσπότης για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Κίνας, της Ρωσίας και της Γερμανίας, αφενός, και του Ιράν αφετέρου, η Τουρκία έχει μια βασική απόφαση να πάρει: Μπορεί να εξασφαλίσει απλώς ένα τραπέζι για συζήτηση, ή μπορεί να διαμορφώσει και να εγγυηθεί το αποτέλεσμα. Θα είναι μια στροφή προς εσωτερική πολιτική κουλτούρα της Τουρκίας. Είναι επίσης μια αναπόφευκτη εξέλιξη αλλά η Τουρκία συνεχίζεται να παρουσιάζεται ως ουδέτερος ημέτερος .
Στην Μέση Ανατολή αυτή τη στιγμή, πέραν όλων των άλλων έχουμε και τη γένεση ενός νέου γεωπολιτικού φαινομένου, το οποίο είναι ένα μείγμα ριζοσπαστικού ισλαμισμού και μιας αντί-εξουσιαστικής διάθεσης που δεν τον γνωρίζουμε μέχρι στιγμής, ο οποίος θα είναι πολύ περισσότερο κοντά στη δυτική σκέψη από ό,τι συνέβαινε μέχρι τώρα και γι' αυτό, σε βάθος χρόνου, ενδέχεται να αποδειχθεί πολύ πιο επικίνδυνος.
Ας δούμε όμως τον ρόλο της Τουρκίας και στη πρόσφατη κρίση του Αραβικού κόσμου. Η δήθεν αντιπαλότητα των Ισραηλινών με τους Τούρκους και η συμφιλίωση των πρώτων με τον αιώνιο εχθρό της Τουρκίας, τους ‘Έλληνες, κατασκευάσθηκε ώστε να δοθεί διπλωματικό πλεονέκτημα στους Τούρκους.Το ντόμινο ‘’ως εξ θαύματος’’ εξυπηρετεί τα συμφέροντα εκμετάλλευσης πετρελαίου εις βάρος της Κίνας, εξισορροπεί τις νέες εξελίξεις των ΑΟΖ και την αλλάζει την ποσόστωση της πετρελαϊκής παραγωγής υπέρ των Αμερικανικών συμφερόντων.
Η προσέγγιση του πρωθυπουργού της Τουρκίας με την επίσκεψή του στο Κάιρο εντάσσεται στον νέο διεθνή ρόλο που θέλει να αναλάβει η ‘γείτονα’ χώρα, στα πλαίσια ύπαρξης ισορροπιών στο νέο διεθνές σύστημα. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερτογάν, προσπάθεια να δώσει το μήνυμα πως ο ίδιος και η χώρα του δεν θα παρακολουθούν τις εξελίξεις αλλά αντιθέτως η Τουρκία θα παίξει ηγετικός ρόλο στα γεγονότα.« Στη Μέση Ανατολή και στον Αραβικό κόσμο υπάρχουν δυσκολίες που διαρκούν δεκάδες χρόνια. Τον πόνο αυτών τον νιώθουν οι λαοί της περιοχής. Εμείς δεν είμαστε μια χώρα που θα παρακολουθούμε τις εξελίξεις από την κερκίδα» δήλωσε ο Ερντογάν.».
Επί της ουσίας, η νέα εξωτερική πολιτική της Άγκυρας εξυψώνει τον κ. Ερντογάν σε ήρωα του αραβικού κόσμου και επιπλέον προκαλεί ανοικτά τις ΗΠΑ αναφορικά με τον τρόπο που διαχειρίζονται τα δύο φλέγοντα ζητήματα στην περιοχή - το Ιράν και το Παλαιστινιακό και το Αραβικόπρόβλημα. Ολοένα και περισσότεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι βλέπουν την Τουρκία ως ένα κράτος που τρέχει διαρκώς σε κάθε γωνιά της Μέσης Ανατολής, κάνοντας πράγματα που δεν συνάδουν με τις επιθυμίες των Μεγάλων Δυνάμεων.
Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Κώστας Ιορδανίδης στην Καθημερινή (13/6/10) «Με την τροπή που πήραν οι εξελίξεις στη γειτονική χώρα, αποτελεί αφέλεια να θεωρεί κανείς ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση –ιδιαίτερα στην παρούσα φάση των δυσχερειών που αντιμετωπίζει– μπορεί να αποτελέσει δέλεαρ για τον επαναπροσδιορισμό της τουρκικής πολιτικής. Αυταπάτες της μορφής αυτής μπορούσαν να καλλιεργούν οι Έλληνες πρωθυπουργοί της τελευταίας δεκαπενταετίας.
Η Ελλάδα μέσα σ’αυτή τη δίνη των εξελίξεων θα πρέπει να επιδιώξει να εξελιχθεί σε αυτόνομο γεωστρατηγικό παίκτη της περιοχής, να ενισχύσει την ισχύ της μέσα στο πλαίσιο του δυτικού κόσμου, με συγκεκριμένους τρόπους και από κει και πέρα, δεν χρειάζεται καμία θορυβώδης διαχείριση συνεργασίας με το Ισραήλ ή με κανέναν άλλον. Η Κρήτη είναι σπουδαίος γεωγραφικά χώρος και θα πρέπει να φερθούμε έξυπνα.
Λεωνίδα κατ'αρχάς συγχαρητήρια για το άρθρο σου. Άρθρο βαρύ για το blog, χρειάστηκε να το διαβάσω 2 φορές για να κατανοήσω ότι κάτι τρέχει και με μας, το οποίο έγραψες έξυπνα στο τέλος. Θα σου πρότεινα να το δημοσιεύσεις σε περιοδικό στρατηγικής. Νομίζω ότι απευθύνεται σε πολύ εξειδικευμένο κοινό. Είναι πρωτότυπο και συμφωνώ μαζί σου για το θέμα του Ισραήλ.
ΑπάντησηΔιαγραφή