Ο τζιτζιφιόγκος

Γράφει ο Ιωσήφ

Σήμερα γέλασα με τη ψυχή μου. Καιρό είχα πραγματικά να γελάσω έτσι . Άκουσα τον κ. Ρέππα να αναφερεται σε μιά πολύ γνώριμη από τον Ελληνικό κινηματογράφο φράση, τον τζιτζιφιόγκο. Δηλαδή φλώρο.

Τζιτζιφιόγκος =τζιτζί + φιόγκος
Ουσιαστικό τζιτζιφιόγκος
(παρωχημένο) μειωτικός χαρακτηρισμός άντρα, συνήθως νεαρής ηλικίας, που ντύνεται και
συμπεριφέρεται με υπερβολική κομψότητα και παριστάνει τον γόη· λιμοκοντόρος, δανδής, κομψευόμενος, φλώρος

Ο τζιτζιφιόγκος
Στο δρόμο περπατάει καμαρωτός
Ψοφάει να γίνει εύκολα γνωστός

Μάτια λαμπερά,άκρατη πονηριά
Όμως βγάζει κάποια κακομοιριά

πάντα σε φόρμα, ζελέ στα μαλλιά
επώνυμα γυαλιά χωρίστρα βαθιά

Είναι σπουδαίος μιλάει φωναχτά
Με καραβλαχιά και λίγα αγγλικά

Φουσκώνει ποντίκι γελά δυνατά
Δειλός αλλά κάνει τον παλικαρά
Ευγενία Ηλιοπούλου.

Μπράβο Πολύ πετυχημένος ο χαρακτηρισμός.
 
Το ψάξαμε και βρήκαμε τον Τζιτζιφιόγκο.. Εννοούσε τον Ειδικό  Γραμματέα ΔΕΚΟ  κ. Γιώργο Κυριακό 
 
 

 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.